Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βικτόρ Σερζ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βίκτορ Σερζ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση30  Δεκεμβρίου 1890[1][2][3]
Βρυξέλλες
Θάνατος17  Νοεμβρίου 1947[4][3][5]
Πόλη του Μεξικού[6]
ΨευδώνυμοVictor Serge και Rétif[7]
Χώρα πολιτογράφησηςΈνωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[3][8]
Ρωσικά[8]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμεταφραστής
δημοσιογράφος
συγγραφέας
πολιτικός[9]
επαναστάτης[10]
αναρχικός[11]
ΕργοδότηςL’Anarchie
Les Temps nouveaux
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΚομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης και Workers' Party of Marxist Unification
Οικογένεια
ΣύζυγοςLyuba Kibalchich
Laurette Séjourné[12]
ΣύντροφοςRirette Maîtrejean
ΤέκναVlady Kibalchich Russakov
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Βικτόρ Σερζ (30 Δεκεμβρίου 1890 - 17 Νοεμβρίου 1947), ψευδώνυμο του Βίκτορ Λβόβιτς Κιμπάλτσιτς (ρωσ.:Ви́ктор Льво́вич Киба́льчич), ήταν Ρώσος επαναστάτης και γαλλόφωνος συγγραφέας και ιστορικός. Στην αρχή αναρχικός, έγινε μέλος του Ρώσικου Κομμουνιστικού Κόμματος μετά την άφιξή του στην Πετρούπολη τον Ιανουάριο του 1919 και εργάστηκε για τη νεοσύστατη Κομιντέρν ως δημοσιογράφος, εκδότης/επιμελητής, μεταφραστής αλλά και ως πράκτορας. Από τους πρώτους και πλέον οξυδερκείς και αυστηρούς κριτικούς του Σταλινισμού, παρέμεινε αφοσιωμένος στα ιδανικά του Σοσιαλισμού και του Μπολσεβικισμού μέχρι το θάνατό του.

Ο Σερζ γεννήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1890 στις Βρυξέλλες. Οι γονείς του ήταν μεταξύ των Ρώσων διανοουμένων μεταναστών οι οποίοι εγκατέλειψαν την αυτοκρατορία κατά την περίοδο καταστολής μετά τη δολοφονία του Τσάρου Αλέξανδρου Β΄ από Ναρόντνικους τρομοκράτες το 1881. Ο πατέρας του, Λεονίντ Κιμπάλτσιτς, πρώην αξιωματικός του τσαρικού στρατού και φυσικός επιστήμονας στην εξορία, ήταν ξάδελφος του χημικού Νικολάι Κιμπάλτσιτς, ο οποίος κατασκεύασε τις βόμβες που χρησιμοποιήθηκαν στη δολοφονία του Τσάρου και γι' αυτό το λόγο εκτελέστηκε. Ο ίδιος ο Λεονίντ με δυσκολία κατάφερε να γλιτώσει τον απαγχονισμό για τη συμμετοχή του στην δολοφονία και κατέφυγε τελικά στην Ελβετία το 1887. Εκεί γνώρισε τη μητέρα του Σερζ, Βέρα Φρόλοβα, το γένος Ποντορόβσκαγια, κόρη φτωχού μικρο-ευγενή Πολωνικής καταγωγής. Ήδη παντρεμένη με αξιωματούχο της Πετρούπολης, μετά τη γέννηση και της δεύτερης κόρης της, η Βέρα πήρε άδεια να πάει στην Ελβετία για να σπουδάσει και να θεραπευτεί από τη φυματίωση, αλλά και για να αποφύγει την αποπνικτική ατμόσφαιρα της ρωσικής πρωτεύουσας. Εκεί θα γνωρίσει τον Κιμπάλτσιτς και μαζί θα γυρίσουν την Ευρώπη, σύμφωνα με το γιο τους, "αναζητώντας τον άρτο τον επιούσιο και καλές βιβλιοθήκες."[13]

Τα παιδικά χρόνια του Σερζ στην Αγγλία και κυρίως στο Βέλγιο ήταν γεμάτα τόσο από έσχατη φτώχεια (ο μικρός του αδελφός πέθανε από υποσιτισμό) όσο και από διανοητική έξαψη και ζωντάνια, όπως έπρεπε σε περιβάλλον Ρώσων εμιγκρέδων επαναστατών της εποχής. Ο πατέρας του απεχθάνονταν τη δημόσια εκπαίδευση, την οποία θεωρούσε "βλακώδη αστική διδασκαλία" κι έτσι ο Σερζ δεν παρακολούθησε ποτέ σχολείο. "Έλαβε τη μόρφωσή του μέσα από τη συλλογή επαναστατικών βιβλίων του πατέρα του κι έμαθε τη ζωή μέσα στις φτωχογειτονιές των Βρυξελλών".[14] Το 1905 οι γονείς του χώρισαν. Ζώντας μόνος του από δω και μπρος, έπιασε δουλειά πρώτα ως βοηθός φωτογράφου κι έπειτα ως φωτογράφος και ως σχεδιαστής. Σε ηλικία 15 χρονών έγινε μέλος της σοσιαλιστικής οργάνωσης Νεαροί Φρουροί (Jeune Garde Socialiste). Απογοητευμένος όμως από το ρεφορμισμό τους, στράφηκε στον Αναρχισμό. Οι πολιτικές του δραστηριότητες επέσυραν την προσοχή των αρχών. Το 1908, μετά από σύντομη παραμονή σε εναλλακτική κοινότητα στις Αρδένες, μετέβη στο Παρίσι.

L'Anarchie, 3 Ιανουαρίου 1907

Στο Παρίσι ο Σερζ έμαθε την τέχνη της λινοτυπίας σε παράνομα αναρχικά τυπογραφεία και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Τα άρθρα του, φέροντας την υπογραφή Le Rétif (=ανήσυχος, αεικίνητος, επίμονος), δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Επανάσταση (Le Révolté) κι αργότερα στην εφημερίδα Αναρχία (L'Anarchie). Μαζί με τους εκεί συντρόφους του ασπάστηκε τον Αναρχικό Ατομικισμό του Μαξ Στίρνερ, τον 'συνειδητό εγωισμό' του Νίτσε και τον ιλλιγκαλισμό. Μερικοί από τους παθιασμένους ατομικιστές, εξαναγκασμένοι από την ανέχεια κι εμπνευσμένοι από την επανάσταση, στράφηκαν στις ένοπλες ληστείες. Οι τραγικοί ληστές ή συμμορία Μπονό τρομοκράτησαν το Παρίσι και τα περίχωρα για ένα σχεδόν χρόνο, από το 1911 εώς το 1912, πριν εξουδετερωθούν από τη γαλλική αστυνομία. Η άσκοπη βία και η αιματοχυσία προκάλεσαν τον αποτροπιασμό του Σερζ (εκδότη εκείνη την περίοδο μαζί με την πρώτη του σύζυγο, Ριρέτ, της Αναρχίας, της οποίας όλοι σχεδόν οι ληστές ήταν συνεργάτες) που θα οδηγηθεί στην απόρριψη των θεωριών που τις προκάλεσαν.[15] Προς το παρόν όμως, μετά τη σύλληψή του, αρνήθηκε να καταγγείλει τους πρώην συντρόφους του και να γίνει πληροφοριοδότης. Ως αποτέλεσμα καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 ετών.[16]

Αποφυλακίστηκε το 1917 με την εντολή να εγκαταλείψει το γαλλικό έδαφος εντός πέντε ημερών. Κατέφυγε στη Βαρκελώνη όπου συνέχισε τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα, υπογράφοντας τα άρθρα του πλέον ως Βικτόρ Σερζ. Εδώ επίσης εγκατέλειψε τον Αναρχικό Ατομικισμό για χάρη της ταξικής πάλης και του Συνδικαλισμού.[13] Πήρε μέρος στην Ισπανική επανάσταση του 1917 αλλά προβλέποντας την αποτυχία της, και με την περισσότερο ελπιδοφόρα Ρώσικη επανάσταση σε εξέλιξη, αποφάσισε να μεταβεί στη γενέτειρα των γονιών του. Έτσι, επέστρεψε στη Γαλλία όπου προσπάθησε να καταταγεί στον εκεί μαχόμενο Ρωσικό στρατό με την ελπίδα να επαναπατριστεί. Συνελήφθη όμως και φυλακίστηκε για ένα περίπου χρόνο. Τον αντάλλαξαν με άλλους 39 συντρόφους του, με Λευκούς αιχμαλώτους. Ανάμεσα στους απελαθέντες ήταν και η μέλλουσα δεύτερη σύζυγός του Λιούμπα Ρουσάκοφ, Εβραία από τη Μασσαλία.

Καριέρα στη Σοβιετική Ένωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σερζ έφτασε στο Πέτρογκραντ τον Ιανουάριο του 1919. Οι ελευθεριακές του ευαισθησίες τον έκαναν δύσπιστο έναντι της αυταρχικής πολιτικής των Μπολσεβίκων. Ως επαναστάτης όμως δεν είχε άλλη επιλογή από τη συμμετοχή στην υπεράσπιση κι ανοικοδόμηση της Σοβιετικής Πολιτείας.[17] Συνέχισε συνάμα να υποστηρίζει ένθερμα τη συμμετοχή στην επανάσταση αναρχικών και άλλων μη-Μπολσεβίκων σοσιαλιστών, συναναστρεφόμενος στους κύκλους τους και μετέχοντας στις κοινωνικές τους ομάδες. Ως αφοσιωμένος διεθνιστής υποστήριζε την ιδέα των επαναστάσεων σε άλλες χώρες, θεωρώντας τες και αναγκαίες για την επιβίωση της Σοβιετικής Ένωσης. Συνάμα, ανησυχούσε πως τα σχετικά σχέδια των Μπολσεβίκων ήταν πρόωρα. Για τη Γαλλία πίστευε ότι δεν υπήρχαν οι αναγκαίες συνθήκες, για τη δε Γερμανία ότι στερούνταν της αναγκαίας επαναστατικής συνείδησης.

Στην Πετρούπολη, έμενε σε ένα παλιό αρχοντικό. Προκειμένου να ζεσταθεί χρειάστηκε μαζί με τους συντρόφους να κάψει βιβλία. Ιδιαίτερη ικανοποίηση του προκάλεσε το κάψιμο βιβλίων τα οποία πραγματεύονταν τους νόμους της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.

Ο Σερζ συνάντησε τον Μαξίμ Γκόρκι ο οποίος του προσέφερε μια θέση στον εκδοτικό οίκο που διηύθυνε, την Παγκόσμια Λογοτεχνία. Παρά το βαθύ θαυμασμό που έτρεφε για τον Γκόρκι, ο Σερζ αρνήθηκε. Στην αρχή, κέρδιζε τα προς το ζην ως επιθεωρητής σχολείων και ως λέκτορας για το Σοβιέτ της Πετρούπολης. Τον Μάρτιο του 1919, χάρη στην εκτεταμένη γλωσσομάθειά του, άρχισε να εργάζεται στο τμήμα ξενόγλωσσων εκδόσεων της Τρίτης Διεθνούς. Το γεγονός δεν τον εμπόδισε να επικρίνει τις γραφειοκρατικές τάσεις του Γκριγκόρι Ζινόβιεφ, Προέδρου την εποχή εκείνη του Εκτελεστικού Γραφείου του οργανισμού. Τα καθήκοντά του στην Κομιντέρν συμπεριλάμβαναν την υποδοχή επισκεπτών στη Σοβιετική Ένωση, όπως οι Πιέρ Νέβιλ, Νίκος Καζαντζάκης και Παναΐτ Ιστράτι. Παράλληλα εργάστηκε σκληρά για να βοηθήσει άδικα διωχθέντες από τη μυστική αστυνομία.[18]

Ο Σερζ παντρεύτηκε τη Λιούμπα Ρουσάκοφ και το 1920 απέκτησαν το πρώτο τους παιδί, τον Βλάντι. Οι Ρουσάκοφ ήταν Ρωσο-εβραίοι οι οποίοι είχαν απελαθεί από τη Γαλλία και ταξιδέψει στην Πετρούπολη με το ίδιο καράβι όπως ο Σερζ. Ο πατέρας της Λιούμπα, Αλέξανδρος, ήταν επαναστάτης εργάτης, ο οποίος αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Γαλλία μετά την επανάσταση του 1905. Εκεί συνέχισε να εργάζεται ως βιομηχανικός εργάτης, όπως έκανε και μετά την επιστροφή του στη Ρωσία. Η ίδια η Λιούμπα εργάστηκε ως στενογράφος του Λένιν για λίγο καιρό το 1921. Τα προβλήματα με την υγείας της αποτέλεσαν πηγή διαρκούς ανησυχίας για τον Σερζ.

Αφιχθείς στη Ρωσία κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου και του Πολεμικού Κομμουνισμού, έχοντας συμμετάσχει στην άμυνα της Πετρούπολης ως μέλος μονάδας πολυβόλων κι έχοντας και προσωπική εμπειρία των διωγμών κατά κομμουνιστών και επαναστατών σε διάφορα μέρη του κόσμου, ο Σερζ επέκρινε έντονα την απελευθέρωση Λευκών αιχμαλώτων. Κατά τη γνώμη του, η πρακτική αυτή, όπου συνέβαινε, αποτελούσε πολυτέλεια για την πολιορκημένη νεοσύστατη Σοβιετική Πολιτεία. Ωστόσο, οι θέσεις του σε τέτοια θέματα μετριάστηκαν, καθώς η κυβέρνηση συνέχισε τη σκληρή στάση που είχε υιοθετήσει ενάντια στους αντιφρονούντες κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και μετά το τέλος του. Απογοητευμένος ο Σερζ ένωσε τη φωνή του με αυτή της Έμμα Γκόλντμαν και του Αλεξάντερ Μπέρκμαν για να διαμαρτυρηθεί για τον τρόπο με τον οποίο ο Κόκκινος Στρατός αντιμετώπισε τους εξεγερμένους ναύτες της Κροστάνδης. Πίστευε ότι, με πιο ικανούς διαπραγματευτές, θα μπορούσε να υπάρξει ένας διακανονισμός μεταξύ της κυβέρνησης και των ανταρτὠν. Εντέλει, με το φρούριο πλέον να μην παρέχει καμία άμυνα στο Πέτρογκραντ, απρόθυμα ο Σερζ τάχθηκε με το Μπολσεβίκικο Κόμμα στο ζήτημα της εξέγερσης, θεωρώντας την ως αντεπαναστατική κίνηση.[18]

Ως Ελευθεριακός σοσιαλιστής, ο Σερζ δυσανασχέτησε με τον τρόπο άσκησης της Κόκκινης Τρομοκρατίας που εξαπέλυσε η Τσέκα υπό τον Φέλιξ Τζερζίνσκι. Πίστευε ότι τα λαϊκά δικαστήρια ήταν σαφώς ανώτερος τρόπος απονομής δικαιοσύνης σε σχέση με τις συνοπτικές εκτελέσεις βάσει γραπτών καταγγελιών που προτιμούσε η αστυνομία. Ο ίδιος θεωρούσε επαναστατικό του καθήκον τη συμμετοχή σε ομάδες έρευνας αντεπαναστατών της πολιτοφυλακής. Ο Σερζ άσκησε αρχικά κριτική και στην Νέα Οικονομική Πολιτική, πιστεύοντάς την αντεπαναστατική. Το 1923 παραδέχθηκε όμως ότι αποτελούσε βελτίωση έναντι του Πολεμικού Κομμουνισμού τον οποίο αντικατέστησε.

Την άνοιξη του 1921 ο Σερζ αποσύρθηκε για λίγο από την κυβέρνηση για να συμμετάσχει μια αγροτική κοινότητα που συνίδρυσε ο πεθερός του σε ένα εγκαταλελειμμένο κτήμα κοντά στο Πέτρογκραντ. Ωστόσο, μετά από τρεις μήνες το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε λόγω της εχθρότητας που αντιμετώπισε από αντισημίτες αγρότες, οι οποίοι πίστευαν ότι όλοι οι κάτοικοι της κοινότητας ήταν Εβραίοι.

Το 1923, η Κομιντέρν απέστειλε τον Σερζ στη Γερμανία για να βοηθήσει το εκεί Κομμουνιστικό Κόμμα. Ζώντας κατά κύριο λόγο στο Βερολίνο, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από πρώτο χέρι τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης σε όλη τη Γερμανία. Μολονότι εξακολουθούσε να ανησυχεί για την έκταση της καταστολής στη Σοβιετική Ένωση, η παραμονή του στη Γερμανία αποκατέστησε την περηφάνια που ένιωθε για τα επιτεύγματα της Ρωσικής Επανάστασης. Αν και επέστρεψε στη Μόσχα επανειλημμένα προκειμένου να παραστεί σε συνεδριάσεις, έζησε στη Γερμανία μέχρι τον Νοέμβριο του 1923, όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα μετά από την αποτυχημένη εξέγερση του Οκτωβρίου και την απόπειρα φασιστικού πραξικοπήματος τον επόμενο μήνα.

Ο Σερζ επέκρινε δριμύτατα το γραφειοκρατικό χαρακτήρα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και τις προσπάθειές της να καθορίσει το πότε θα πρέπει να ξεσπάσουν επαναστάσεις βάσει ανακριβών πληροφοριών και δογματικών προκαταλήψεων. Επέκρινε επίσης τον συνεχώς αυξανόμενο έλεγχο της Κομιντέρν από τη Σοβιετική κυβέρνηση, και ιδιαίτερα από τις φατρίες του Ζινόβιεφ και του Στάλιν. Παρέπεμψε δε στην κατάσταση στη Γερμανία το 1923 ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της λανθασμένης αυτής πρακτικής. Μαζί με κομμουνιστές ηγέτες όπως ο Χάινριχ Μπράντλερ, ο Σερζ εργάστηκε στη Γερμανία για την προώθηση της εργατικής επανάστασης, μόνο για να τη δει να ματαιώνεται σε όλη τη χώρα με μόνη εξαίρεση το Αμβούργο, του οποίου ο κομματικός μηχανισμός δεν είχε λάβει έγκαιρα την εντολή αναστολής. Ο ίδιος πίστευε ότι το Γερμανικό προλεταριάτο, όντας μετριοπαθές, δεν ήταν έτοιμο για επανάσταση. Ο Σερζ επέκρινε τους Σοσιαλδημοκράτες, έκρινε ότι οι κομμουνιστές ήταν κακά οργανωμένοι και προέβλεψε τον κίνδυνο του Γερμανικού φασισμού.

Το 1923, ο Σερζ συνδέθηκε με την Αριστερή Αντιπολίτευση, που περιελάμβανε τους Λέον Τρότσκι, Καρλ Ράντεκ, Γιεβγκένι Πρεομπραζένσκι και Άντολφ Γιόφε. Επιτέθηκε ανοιχτά κατά του αυταρχικού τρόπου με τον οποίο ο Ιωσήφ Στάλιν και οι σύμμαχοί του διοικούσαν τη χώρα. Θεωρείται ότι ήταν ο πρώτος συγγραφέας ο οποίος χαρακτήρισε τη Σοβιετική κυβέρνηση «ολοκληρωτική».

Προς τα τέλη του 1923, Ο Σερζ πέρασε στην υπό σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση Αυστρία. Το μικρό μέγεθος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Αυστρίας και η μηδαμινή επιρροή του καθιστούσαν τη δυνατότητα επανάστασης ανύπαρκτη. Ωστόσο, πολλοί κομμουνιστές εργάζονταν ή βρίσκονταν σε εξορία στη Βιέννη, και ο Σερζ συνδέθηκε φιλικά με αρκετούς από αυτούς, συμπεριλαμβανομένων των Γκεόργκι Λούκατς, Άντολφ Γιόφε, Μπέλα Κουν και Αντόνιο Γκράμσι. Από εκεί συνέχισε να παρακολουθεί τα πολιτικά τεκταινόμενα στη Ρωσία, τη Γερμανία και αλλού, αλλά ανίκανος να συμμετάσχει, αφοσιώθηκε σε άλλες επιδιώξεις, όπως η λογοτεχνική ανάλυση.

Αριστερή Αντιπολίτευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σερζ επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση το 1925. Λίγο μετά την άφιξή του, οι Ζινόβιεφ και Καμένεφ, μέλη μαζί με τον Στάλιν της κυρίαρχης τρόικας, ένωσαν δυνάμεις με τον Τρότσκι και η Ενωμένη Αντιπολίτευση σχηματίστηκε. Ο Σερζ ήταν υπέρ της Ενωμένης Αντιπολίτευσης, παρά τις συνεχείς διαφωνίες του σχετικά με οικονομικά και άλλα θέματα, τόσο με τους τροτσκιστές όσο και με ζινοβιεφικούς. Στο μεταξύ, ο Σερζ μετακόμισε στο Λένινγκραντ (πρώην Πετρούπολη), όπου αναμίχθηκε ενεργά σε ομάδες της αντιπολίτευσης. Παρά την υποστήριξη των Καμένεφ και Ζινόβιεφ, οι Σταλινικοί άρχισαν να επικρατούν και η αντιπολίτευση αναγκάστηκε να περάσει στην παρανομία. Ο Σερζ σύντομα συνειδητοποίησε ότι η ήττα της αντιπολίτευσης ήταν αναπόφευκτη και μέχρι το 1927, τη δέκατη επέτειο της Ρωσικής Επανάστασης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αντίδραση είχε ολοκληρωθεί. Σύγκρινε συχνά την ήττα της Αριστερής Αντιπολίτευσης με την θερμιδοριανή αντίδραση που ακολούθησε τη Γαλλική Επανάσταση.

Αν και ο Σερζ δεν ήταν από τα ηγετικά στελέχη της Αριστερής Αντιπολίτευσης, εργάστηκε αδιάκοπα για να την προώθησή της τόσο με τα γραπτά του όσο και με τις ενέργειές του. Ο ίδιος συμφώνησε με τον Τρότσκι ότι ο αγώνας τους έπρεπε να παραμείνει εντός του κόμματος. Αργότερα θα γράψει ότι ο "κομματικός πατριωτισμός" συνέβαλε στην ήττα της αντιπολίτευσης, και θα προσθέσει ότι δεν υπήρχαν άλλες οργανώσεις με μαζική υποστήριξη που θα μπορούσαν να προσβάλουν το κόμμα. Ο Σερζ ήταν ένα από τα ελάχιστα μέλη της αντιπολίτευσης οι οποίοι ήταν σε θέση να μιλήσουν σε συνεδριάσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος χωρίς να αποδοκιμαστούν.

Προς τα τέλη του 1927 τα περισσότερα μέλη της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένων των Τρότσκι και Ζινόβιεφ, εκδιώχθηκαν από το κόμμα και μερικά, με επικεφαλής τον Ζινόβιεφ, συνθηκολόγησαν προκειμένου να επιστρέψουν σε αυτό. Ο Σερζ πίστευε ότι με την απέλαση της αντιπολίτευσης το κόμμα είχε πάψει και αρνήθηκε να υποστηρίξει την συνθηκολόγηση. Από αυτό το σημείο τάχθηκε ενάντια στην απαγόρευση των πολιτικών κομμάτων.

Μετά τη Νίκη του Στάλιν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1928 ο Σερζ εκδιώχθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα, λόγω της σύνταξής του με την Αριστερή Αντιπολίτευση αλλά κυρίως λόγω της εναντίωσής του στην πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης έναντι της Κίνας.[18] Ανίκανος πλέον να εργαστεί για την κυβέρνηση αφοσιώθηκε στην συγγραφή. Μέσα στα επόμενα χρόνια θα ολοκληρώσει το Πρώτος Χρόνος της Ρωσικής Επανάστασης (1930), δύο μυθιστορήματα, Άνθρωποι στη Φυλακή (1930) και Η Γέννηση της Δύναμής μας (1931) και θα μεταφράσει τα Απομνημονεύματα μιας Επαναστάτριας της Βέρα Φιγκνερ στα γαλλικά. Τα βιβλία αυτά απαγορεύτηκαν στη Σοβιετική Ένωση, αλλά δημοσιεύτηκαν στη Γαλλία και την Ισπανία. Επίσης σχολίασε και επιχείρησε να διερευνήσει τις δολοφονίες πολιτικών διαφωνούντων. Επιπλέον, σχολίασε και άλλες πτυχές της σοβιετικής ζωής όπως την αυξανόμενη φτώχεια, την αντίσταση στο καθεστώς από τους χωρικούς και τη βίαιη καταστολή της. Σε τούτο το πλαίσιο συνέταξε συνθέσεις στατιστικού και ανέκδοτου υλικού, παρουσιάζοντας μια συγκλονιστική εικόνα του ρωσικού "σοσιαλισμού". Τούτος κυριαρχούνταν από ένα 10 τοις εκατό προνομιούχων γραφειοκρατών και κομματικών αφεντικών στην κορυφή, με ένα εφεδρικό στρατό περίπου 16 τοις εκατό σκλάβων εργατών στα στρατόπεδα γκουλάγκ να αποτελεί τη βάση και ανάμεσά τους τη συντριπτική πλειονότητα των υπό εκμετάλλευση υποσιτισμένων εργαζομένων να υποφέρουν την αστυνομική τρομοκρατία και τη στέρηση κάθε δικαιώματος στις συνθήκες εργασίας τους.[19]

Ο Σερζ συνελήφθη τον Μάρτιο 1928 και φυλακίστηκε για δύο μήνες χωρίς να του απαγγελθοὐν κατηγορίες. Μερικοί Γάλλοι διανοούμενοι, ανάμεσά τους και πρώην σύντροφοί του όπως ο Ανρί Μπαρμπύς, επέκριναν δριμύτατα τη συνεχιζόμενη αντίθεση του προς τον Στάλιν. Άλλοι συνέχισαν να του συμπαραστέκονται και να τον βοηθούν επιτυγχάνοντας εντέλει την απελευθέρωσή του. Λίγο μετά, ο Σερζ παρουσίασε σοβαρά προβλήματα υγείας, λόγω των οποίων παρ´ολίγο να πεθάνει. Κατά τα επόμενα πέντε χρόνια "επισφαλούς ελευθερίας", ο Σερζ εργάστηκε στο Ινστιτούτο Λένιν, μεταφράζοντας τα έργα του Λένιν σε ξένες γλώσσες. Οι μεταφράσεις του λογοκρίθηκαν αυστηρά και δεν του αποδόθηκε ουδεμία αναγνώριση. Μοιράστηκε το κοινοτικό του διαμέρισμά στο Λένινγραντ με τρεις ακόμη ανθρώπους οι οποίοι τον παρακολουθούσαν ανοιχτά εκ μέρους της Γκεπεού. Η οικογένεια του υπέφερε και αυτή. Ο πεθερός του, Αλέξάντερ Ρουσάκοφ, έχασε τη δουλειά του, συνελήφθη για ένα χρόνο και του αφαιρέθηκε το δελτίο τροφίμων πριν πεθάνει το 1932. Η σύζυγος του Σερζ Λιούμπα οδηγήθηκε στην παραφροσύνη. Ακόμη και η επικοινωνία μαζί του μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα. Έτσι ο ίδιος απέφευγε να συναντά φίλους και συγγενείς ανοιχτά και όταν επισκέπτονταν τη Μόσχα συχνά κοιμόταν σε άδεια σπίτια. Ωστόσο, κατάφερνε να συναντηθεί περιστασιακά και στα κρυφά με εναπομείναντα ελεύθερα μέλη της αντιπολίτευσης και είχε κάποιες επαφές με πρώην φίλους που εργάζονταν για τον Στάλιν. Συνέβαλε επίσης στη διακίνηση λαθραίου αντικυβερνητικού υλικού. Ο εξόριστος Τρότσκι έλαβε την τελευταία ενημέρωση για τη Σοβιετική αντιπολίτευση από τον Σερζ το 1929.

Ο Σερζ συνελήφθη και φυλακίστηκε ξανά τον Μάρτιο του 1933. Κρατήθηκε και ανακρίθηκε στις φυλακές Λιουμπιάνκα, όπου πέρασε 85 ημέρες στην απομόνωση. Η Γκεπεού υποστήριξε ότι εἰχε στην κατοχή της ομολογία από την κουνιάδα και πρώην γραμματέα του Ανίτα Ρουσάκοφ που ενέπλεκε και τους δύο σε αντισοβιετική συνωμοσία με επικεφαλής τον Τρότσκι. Όταν ο ισχυρισμός της Γκεπεοὐ αποδείχθηκε χαλκευμένος (αν και η ίδια η Ανίτα πράγματι είχε συλληφθεί το 1936), οι ανακριτές θα ισχυριστούν ότι τα αποδεικτικά στοιχεία από την Ανίτα δεν ήταν αναγκαία για την καταδίκη του. Ο Σερζ δεν υπέγραψε καμία ομολογία γνωρίζοντας ότι αν το έκανε θα εκτελούνταν. Συμφώνησε όμως να υπογράψει δήλωση η οποία τον καταδίκαζε σε τρία χρόνια εξορίας στο Αρινμπούρκ.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Σερζ συναντήθηκε και συζήτησε με άλλους εξόριστους της Αριστερής Αντιπολίτευσης. Στο Αρινμπούρκ, πόλη φτωχή, τα προς το ζην του ήταν δυσεύρετα. Δεν μπορούσε να εργαστεί μιας και είχε αρνηθεί να δηλώσει την υποστήριξή του στην κομματική γραμμή. Εξαρτόνταν από τα δέματα τροφίμων της συζύγου του και τα χρήματά που λάμβανε από την πώληση των βιβλίων του στη Γαλλία. Ωστόσο, η Γκεπεού μπορούσε να κατασχέσει το ταχυδρομείο του ανά πάσα στιγμή και πράγματι μετά τον πρώτο χρόνο η παράδοση της αλληλογραφίας του ήταν σποραδική. Ο Σερζ κατάφερε να στείλει χειρόγραφά του στο συγγραφέα Ρομαίν Ρολάν, διαχειριστή των βιβλίων του στη Γαλλία, ο οποίος αν και Σταλινικός ήταν ενάντιος στην κακομεταχείριση του Σερζ. Πολλά από αυτά όμως χάθηκαν.

Η σύζυγος και ο γιος τους τον ακολούθησαν στο Αρινμπούρκ το 1934, αλλά ο Σερζ έπεισε τη Λιούμπα να επιστρέψει στη Μόσχα ώστε να μπορέσει να αναζητήσει θεραπεία για τις ψυχικές διαταραχές της. Εκεί αυτή γέννησε το δεύτερο παιδί τους, μια κόρη που ονόμασαν Ζανίν. Ο Βλάντι έμεινε με τον Σερζ. Μετά την αποκοπή της αλληλογραφίας τους επιβίωναν τρώγοντας σούπα από λάχανο, νερό και αλάτι. Ο Σερζ αρρώστησε σοβαρά προς τα τέλη του 1934 και εισήχθη στο νοσοκομείο κάτω από άθλιες συνθήκες. Παρά τις δυσκολίες αυτές, ήταν σε θέση να αναπτύξει φιλίες με πολλούς από τους εκεί εκτοπισθέντες και πολιτικούς κρατούμενους. Το μυθιστόρημα "Μεσάνυχτα του Αιώνα" βασίζεται στις εμπειρίες του στο Αρινμπούρκ.

Βλέποντας ότι η Σοβιετική Ένωση σημείωνε οικονομική ανάκαμψη από το 1935, ο Σερζ προέβλεψε ότι ο Στάλιν θα επιλέξει την εξομάλυνση των κοινωνικών σχέσεων στη χώρα αλλά από το 1936 η τρομοκρατία επεκτάθηκε με πρόσχημα τη δολοφονία του Σεργκέι Κίροφ. Ο Σερζ ήταν της γνώμης ότι ο δολοφόνος του Κίροφ ενέργησε μόνος, χωρίς τη συμμετοχή ούτε αντιπολιτευτικών ούτε σταλινικών. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η δολοφονία ήταν σχεδόν βέβαια οργανωμένη από το καθεστώς.

Διαμαρτυρίες κατά της φυλάκισης του Σερζ πραγματοποιήθηκαν σε πολλά διεθνή συνέδρια, συμπεριλαμβανομένου του "Διεθνούς Συνεδρίου Συγγραφέων για την Υπεράσπιση του Πολιτισμού" το 1935 στο Παρίσι. Οι διαμαρτυρίες προερχόταν από διανοούμενους διαφόρων πολιτικών απόψεων, όπως οι Ζωρζ Ντιαμέλ, Σαρλ Βιλντράκ, Μπόρις Σουβαρίν, Αντρέ Ζιντ και Ρομαίν Ρολάν. Ο Σερζ αλληλογραφούσε με τον Ζιντ και είχε μεγάλη επίδραση επάνω του, συμβουλεύοντάς τον αργότερα να "κρατά τα μάτια [του] ορθάνοιχτα" κατά την επίσκεψή του στη Σοβιετική Ένωση το 1936. Ο Ρολάν απευθύνθηκε στον Γκένριχ Γιάγκοντα για τα γραπτά του Σερζ και κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Σοβιετική Ένωση αναφέρθηκε στο Σερζ κατά τις επανειλημμένες συναντήσεις του με τον Στάλιν. Η υπόθεση του Σερζ προκάλεσε μεγάλη αμηχανία στη Σοβιετική κυβέρνηση και το 1936 ο Στάλιν ανακοίνωσε ότι εξετάζει την απελευθέρωση του από τη φυλακή. Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Πιέρ Λαβάλ αρνήθηκε να χορηγήσει άδεια εισόδου του Σερζ στη χώρα, αλλά ο Εμίλ Βαντερβέλντε, βετεράνος σοσιαλιστής και μέλος της βελγικής κυβέρνησης, κατάφερε να του δοθεί η απαραίτητη θεώρηση για την εκεί διαμονή του.

Ο Σερζ έλαβε την εντολή να επιστρέψει στη Μόσχα στις 12 Απριλίου, 1936. Καθώς προετοιμάζονταν να αναχωρήσει από την Σοβιετική Ένωση, προσπάθησε μάταια να πάρει άδεια εξόδου για τα χειρόγραφά του. Εγκατέλειψε τη χώρα με ασφάλεια, μαζί με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Οι υπόλοιποι συγγενείς τους όμως δεν στάθηκαν εξίσου τυχεροί. Η Ανίτα πέρασε 25 χρόνια σε γκουλάγκ (και ήταν τελικά σε θέση να δώσει δική της εκδοχή των γεγονότων μετά 1989), ενώ η αδελφή του Σερζ, η πεθερά του και δύο από τους κουνιάδους του πέθαναν στη φυλακή.

Στο Βέλγιο και τη Γαλλία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την άφιξή του στο Βέλγιο ο Σερζ μετέβη στη Γαλλία. Αμέσως άρχισε να αλληλογραφεί με αντισταλινικούς σοσιαλιστές, συμπεριλαμβανομένων του Λέοντα Τρότσκι και του γιου του Λέοντα Σεντόφ. Η αλληλογραφία του παρακολουθούνταν και συχνά υποκλέπτονταν, τόσο από σταλινικούς όσο και από δυτικούς πράκτορες. Ο Τρότσκι διαφωνούσε με άλλα μέλη της μη σταλινικής αριστεράς σε πολλά θέματα και δυσαρεστήθηκε με τις επαφές του Σερζ με αυτούς. Κάποιοι επαναστάτες ήταν δύσπιστοι και έναντι του Σερζ, μιας κι ένιωθαν ότι δεν μπορούσε να του έχει επιτραπεί η έξοδος από τη Σοβιετική Ένωση χωρίς να έχει ενδώσει στον Στάλιν. Τέτοιοι ισχυρισμοί ήταν αναληθείς αλλά προκάλεσαν σοβαρές δυσκολίες στον Σερζ.

Ο Σερζ συνέχισε να δουλεύει σε δύο βιβλία για το Σοβιετικό κομμουνισμό, το "Από τον Λένιν στον Στάλιν" (1937) και το "Πεπρωμένο της Επανάστασης" (1937). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, που συμπίπτει με τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, ο Σερζ εργάστηκε ως ανταποκριτής στο Παρίσι του Ισπανικού POUM (Εργατικό Κόμμα Μαρξιστικής Ενοποίησης). Επίσης, δημοσίευσε αρκετά μυθιστορήματα και έναν τόμο ποιημάτων, "Αντίσταση" (1938). Πολλά από αυτά τα ποιήματα γράφτηκαν στη Ρωσία αλλά μιας και τα χειρόγραφα είχαν κατασχεθεί αναγκάστηκε να τα ξαναγράψει από μνήμης.

Την περίοδο της άφιξης του Σερζ στη Γαλλία, το άστρο του Μαρκ Ζμπορόφσκι αναδυόταν στο γαλλικό τροτσκιστικό κίνημα, ως έμπιστου του Λέον Σεντόφ (ο οποίος πέθανε υπό ανεξακρίβωτες συνθήκες σε νοσοκομείο για Ρώσους εμιγκρέδες όπου τον μετέφερε ο Ζμπορόφσκι). Ο Ζμπορόφσκι, που αργότερα αποδείχθηκε πράκτορας της Γκεπεού με το επιχειρησιακό όνομα "Ετιέν", εκμεταλλεύτηκε με επιτυχία μικροδιαφωνίες του Σερζ με άλλους τροτσκιστές για να τον απομονώσει από το υπόλοιπο κίνημα. Τελικά μέχρι και ο ίδιος ο Τρότσκι θα διακόψει σχέσεις μαζί του.

Με την εισβολή των Γερμανών στη Γαλλία το 1940, ο Σερζ μαζί με το γιο του Βλάντι Κιμπάλτσιτς Ρουσάκοφ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Η σύζυγος του Σερζ Λιούμπα έμεινε σε ψυχιατρικό ίδρυμα μιας και ήταν πολύ άρρωστη για να ταξιδέψει. Μαζί της έμεινε και η κόρη τους Ζανίν (η οποία παρέμεινε στη Γαλλία μέχρι το θάνατό της το 1985). Μετά από πολλές περιπέτειες ο Σερζ και ο Βλάντι κατάφεραν να γίνουν δεκτοί το 1941 στο Μεξικό. Έφτασαν εκεί αρκετούς μήνες μετά τη δολοφονία του Τρότσκι στην Πόλη του Μεξικού.

Έχοντας ελάχιστη γνώση της ισπανικής γλώσσας, ο Σερζ αντιμετώπισε δυσκολίες προσαρμογής στη ζωή στο Μεξικό. Σπάνια είχε αρκετά χρήματα στη διάθεσή του για να αγοράσει τρόφιμα. Σύντομα ξαναπαντρεύτηκε, τη Laurette Séjourné, και ανέπτυξε φιλίες με άλλους Ευρωπαίους εξόριστους και με τη χήρα του Τρότσκι Ναταλία Σεντόβα. Συνέχισε να λαμβάνει υποστήριξη από μερικούς Αμερικανούς διανοούμενους, όπως ο Ντουάιτ Μακντόναλντ και τα γραπτά του δημοσιεύθηκαν σε Αμερικανικά αριστερά περιοδικά. Εργάστηκε επίσης ως ανταποκριτής από το Μεξικό για το περιοδικό "Νιού Λίντερ" του Σοσιαλιστικού Κόμματος Αμερικής (SPA). Το Κομμουνιστικό κατεστημένο τον κατήγγειλε δημόσια ως τροτσκιστή και υποβλήθηκε σε έντονη κριτική από τον τύπο του Μεξικού και από παλαίμαχους κομμουνιστές προπαγανδιστές, όπως ο Ότο Κατζ (υπό το ψευδώνυμο Αντρέ Σιμόν) και ο Πολ Μέρκερ. Όπως και ο Τρότσκι νωρίτερα, κατηγορήθηκε ότι ήταν φασιστικός πράκτορας. Ωστόσο, βρήκε υποστήριξη από το Διεθνές Επαναστατικό Μαρξιστικό Κέντρο, και έγραψε το Προβλήματα του Σοσιαλισμού στην Εποχή μας με τον Μαρσό Πιβέρ και τον Τζούλιν Γκόρκιν.

Μετά τη συμμαχία ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση το 1942, η κριτική του Σερζ εξαπλώθηκε στον αμερικανικό τύπο. Μολονότι είχε ένθερμος υπερασπιστές στις Η.Π.Α, η δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του ήταν περιορισμένη λόγω της δυσπιστίας πολλών από τους εκεί τροτσκιστές. Ο Σερζ και οι σύμμαχοί του στο Μεξικό αποτέλεσαν στόχους αποπειρών δολοφονίας από τη Γκεπεού και από Μεξικανούς σταλινικούς.[20]

Καθώς ήταν όλο περισσότερο δύσκολο να δημοσιεύει άρθρα του , ο Σερζ συνέχισε να γράφει μυθιστορήματα, όπως το Les Derniers Temps σχετικά με την πτώση της Γαλλίας στους Ναζί και την Υπόθεση του Συντρόφου Τουλάγιεφ σχετικά με τις σταλινικές εκκαθαρίσεις που ξεκινούν με τη δολοφονία του Σεργκέι Κίροφ. Η αυτοβιογραφία του, Οι Αναμνήσεις ενός Επαναστάτη εκδόθηκε για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1945.

Στο Μεξικό ο Σερζ θα επιδοθεί στην γεωλογία, την αγάπη για την οποία κληρονόμησε από τον πατέρα του.

Μολονότι η υγεία του είχε υποστεί σοβαρότατες βλάβες λόγω των φυλακίσεων στη Γαλλία και τη Σοβιετική Ένωση, ο Σερζ συνέχισε να γράφει μέχρι το θάνατό του από καρδιακή προσβολή στις 17 Νοεμβρίου 1947. Τάφηκε σε τάφο ο οποίος παρέμεινε ανώνυμος μέχρι το 1992.

Το θάνατο του Σερζ ακολούθησαν διαμάχες. Έτσι, ακούστηκε ότι Σερζ είχε εγκαταλείψει το σοσιαλισμό, λόγω μιας επιστολής που έγραψε έξι ημέρες πριν από το θάνατό του στον Αντρέ Μαλρώ, λέγοντας ότι θα στηρίξει την κυβέρνηση ντε Γκολ. Οι υπερασπιστές του επισημαίνουν ότι ο Σερζ έγραψε στον Μαλρώ, ο οποίος διετέλεσε Υπουργός Πολιτισμού του Ντε Γκολ, στην προσπάθειά του να του δοθεί άδεια εισόδου στη χώρα. Ορισμένοι έχουν επίσης ισχυριστεί ότι ο Σερζ δηλητηριάστηκε από την Γκεπεού. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να το αποδεικνύουν.

Ρωσική Επανάσταση και Εμφύλιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το "Πρώτο Έτος της Ρωσικής Επανάστασης" διαπραγματεύεται τα γεγονότα που συνέβησαν στη Ρωσία κατά τη διάρκεια της δεύτερης φυλάκισής του στη Γαλλία. Ο Σερζ υποστηρίζει ότι η Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ ήταν αναγκαία και ότι ο Λένιν και ο Τρότσκι έπραξαν σωστά που επέλεξαν να διαπραγματευτούν, παρά την ταπείνωση που ακολούθησε. Τονίζει επίσης το ρόλο της αποτυχημένης ειρηνικής επανάστασης στη Φινλανδία και τη Λευκή Τρομοκρατία που ακολούθησε ως προοίμιο του Ρωσικού Εμφυλίου και καταλύτη της απόφασης των Μπολσεβίκων να εξαπολύσουν την Κόκκινη Τρομοκρατία. Ο Σερζ είναι ένας από τους λίγους ιστορικούς της περιόδου αυτής ο οποίος δίνει εξέχουσα σημασία στο ρόλο της Φινλανδίας στην πρώτη φάση της Σοβιετική ιστορίας.

Ο Σερζ αποτελεί σημαντικότατο ιστορικό του αγώνα της Αριστερής Αντιπολίτευσης. Γράφει ότι το 1926 μέλη της Αντιπολίτευσης πίστευαν ότι ο Τρότσκι θα μπορούσε να οργανώσει πραξικόπημα ενάντια στον Στάλιν, καθώς εξακολουθούσε να υποστηρίζεται από τον Κόκκινο Στρατό. Ωστόσο, ο Τρότσκι φοβούνταν (και ο Σερζ συμφωνεί) ότι μια τέτοια στρατιωτική επανάσταση δεν θα κατάφερνε τίποτε περισσότερο από μια δικτατορία παρόμοια με εκείνη του Ναπολέοντα Βοναπάρτη μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Ο Σερζ διαπιστώνει την ανάπτυξη ενός θρησκευτικού συναισθήματος μεταξύ πολλών από τους απελαθέντες από το Κ.Κ.Σ.Ε., τέτοιου ώστε η απέλαση να εκληφθεί ως αφορισμός από την εκκλησία.

Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1920, την ίδια περίπου εποχή της αρχής της ήττας της Αριστερής Αντιπολίτευσης και της απέλασης του από το κόμμα, ο Σερζ γράφει εκτενώς για την Κίνα. Η Κίνα επιχείρησε τη δική της επανάσταση εκείνη την εποχή αλλά αυτή εμποδίστηκε από την Κομιντέρν, η οποία διέταξε τους Κινέζους κομμουνιστές να συμμετάσχουν σε μια καταστροφική συμμαχία με την Κουομιντάγκ. Η Κουόμινταγκ σύντομα πρόδωσε τους κομμουνιστές και τους κατέσφαξε. Αν και ο Σερζ δεν ήταν ποτέ σε θέση να μεταβεί στην Κίνα ο ίδιος, συμβουλεύτηκε εκτενώς τις εκθέσεις μαρτύρων και παρατηρητών για την ανάλυσή του. Σημειώνει ότι η Κουομιντάγκ είχε αναπτύξει μια γραφειοκρατική αυταρχική δομή παρόμοια με εκείνη του Κ.Κ.Σ.Ε. και της Κομμουνιστικής Διεθνούς υπό τον Στάλιν. Υποστηρίζει ότι το προλεταριάτο πρέπει να συμμαχήσει με τους αγρότες κατά τρόπο τέτοιο που να ξεπερνά τον φιλελευθερισμό και τον εθνικισμό. Επίσης, επαινεί τα πρώιμα έργα του άγνωστου ακόμη Μάο Τσε Τουνγκ. Τα έργα του Σερζ για την Κίνα επηρέασαν τόσο σχετικές συζητήσεις στη Γαλλία σχετικά όσο και τα μετέπειτα γραπτά του Τρότσκι για το θέμα.

Σταλινική Οικονομία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχής γενόμενης στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Σερζ άνοιξε το δρόμο της κριτικής ενάντια στη σπάταλη διαχείριση των πόρων της σοβιετικής οικονομίας, μαζί με τους Κρίστιαν Ρακόφσκι και Λέον Τρότσκι. Τα γραπτά του περιλαμβάνουν πολλά παραδείγματα ανεπαρκών εργοστασίων, σπιτιών και άλλων κτιρίων, καθώς και αναποτελεσματικών μηχανών και κατασκευών. Επίσης, εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι ενώ οι σταθμοί του μετρό της Μόσχας ήταν αρχιτεκτονικά μεγαλοπρεπείς, δεν είχαν παγκάκια για κουρασμένους εργαζόμενους. Ασκεί κριτική στους γραφειοκράτες οι οποίοι ενέκριναν τέτοια σχέδια από πολιτική αφοσίωση και μόνον και τους χαρακτηρίζει ως κομμουνιστές οι οποίοι αδιαφορούν για τους εργάτες. Όπως και άλλα μέλη της Αριστερής Αντιπολίτευσης, τονίζει ότι ο Στάλιν εν τη απουσία συγκεκριμένου οικονομικού σχεδίου άλλαζε πολιτικές κατά τρόπο ακανόνιστο.

Το 1947, ο Σερζ προέβλεψε ότι η σοβιετική γραφειοκρατία, ένας ασταθής σχηματισμός βασισμένος στον τρόμο, τελικά θα ενδώσει στον πειρασμό να νομιμοποιήσει τα προνόμιά της και θα αναζητήσει να συμμαχήσει με το διεθνή καπιταλισμό. Συνέχισε ότι σε αυτήν την περίπτωση, η γλώσσα του μαρξισμού αναπόφευκτα θα χάσει το κύρος της στα μάτια των πολλών για μακρυά περίοδο, αφήνοντάς τους έτσι δίχως τα εργαλεία για να κατανοήσουν την κατάστασή τους, και ότι η άνοδος του εθνικισμού στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Σοβιετικής Ένωσης θα αποτελέσει σοβαρότατη αντιδραστική απειλή.[21] Επιπλέον, σε αντίθεση με άλλους θεωρητικούς του ολοκληρωτισμού και Δυτικούς σοβιετολόγους που αντιμετώπισαν το κομμουνιστικό σύστημα ως απρόσβλητο σε εσωτερικές αλλαγές, δικαιολογώντας κατ´αυτό τον τρόπο τον Ψυχρό Πόλεμο, ο Σερζ είδε το σύστημα ως ουσιαστικά ασταθές και σε καμία περίπτωση δεν αμφισβήτησε τη δυνατότητα συνεχιζόμενης αντίστασης των απλών Ρώσων, με βάση τη δική του εμπειρία. ("Η Ρωσία είναι πιο Πλήρης Επαναστατών από Ποτέ" είναι ο τίτλος ενός από τα δοκίμιά του).[18]

Ο Σερζ υποστήριζε πάντα ότι συγγραφείς και καλλιτέχνες χρειάζεται να εκφράζονται ελεύθερα, ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους απόψεις. Στη θέση του αυτή είχε την υποστήριξη του Νικολάι Μπουχάριν, με τον οποίο διαφωνούσε σε πολλά άλλα θέματα. Μολονότι ασπάστηκε τον κομμουνισμό, συνέχισε να διατηρεί φιλίες με αναρχικούς, χριστιανούς και μη πολιτικούς καλλιτέχνες, συχνά θεωρώντας τους ανώτερους από τους καλλιτέχνες που προωθούσε το κράτος. Όταν δεν ήταν σε θέση να συμμετέχει στην πολιτική, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Βιέννη και των φυλακίσεών του, ο Σερζ έγραψε δοκίμια για τη σοβιετική τέχνη και τον πολιτισμό και ανέλυσε τις συνεισφορές πρώιμων Σοβιετικών συγγραφέων και καλλιτεχνών. Επηρεάστηκε από τις ιδέες του Τρότσκι για τον προλεταριακό πολιτισμό αλλά και διαφώνησε μαζί του επιμένοντας πως ο προλεταριακός πολιτισμός είναι εφικτός.[22] Ο ίδιος είδε ως συγγραφικό του καθήκον "τη διάπλαση του μυαλού" και του "χαρακτήρα" νέων γενεών, μια αποστολή την οποία θεωρούσε αναγκαία εν όψει της εξόντωσης της δικής του επαναστατικής γενιάς από τον Στάλιν και το Χίτλερ.[23]

  • Άνθρωποι Στη Φυλακή, Μετάφραση: Μάκης Βαινάς, Αθήνα: Θεωρία, 1982. Μετάφραση του Les Hommes dans le Prison, Παρίσι 1930.
  • Κατακτημένη Πόλη, Μετάφραση: Μάκης Βαινάς, Αθήνα: Θέμα, 1988. Μετάφραση του Ville Conquise, Παρίσι 1932.
  • Υπόθεση Τουλάγεφ, Μετάφραση: Τιτίκα Δημητρούλια, Αθήνα: Scripta, 2007. Μετάφραση του L'Affaire Toulaev, Paris 1949. ISBN 960-7909-82-8.
  • Naissance de notre force, Rieder, 1931 rééd. Climats, 2004.
  • Mer Blanche, dans Les Feuillets bleus n°295, mai 1935 rééd. François Maspero, 1972.
  • L’Impasse Saint-Barnabé, dans Esprit n°43-44, avril-mai 1936.
  • S’il est minuit dans le siècle, Grasset, 1939 rééd. Le Livre de Poche, 1976 et dans Les Révolutionnaires, Le Seuil, 1980.
  • Les Derniers Temps, L'Arbre, 1946 et Grasset, 1951.
  • Les Années sans pardon, François Maspero, 1971 rééd. La Découverte, 2003, Agone, Septembre 2011.
  • Le Tropique et le Nord, François Maspero, 1972 rééd. La Découverte, 2003
  • Les Révolutionnaires, Le Seuil, 1980
  • Résistance, Paris 1938.
  • Λέων Τρότσκι(με τη Ναταλία Σεντόβα), Μετάφραση: Σοφία Σκουλικάρη, Αθήνα: Κοχλίας, 2004. Μετάφραση του Vie et mort de Léon Trotsky, Παρίσι 1951. ISBN 960-8228-82-4.
  • Αναμνήσεις ενός Επαναστάτη (1905 - 1941), Μετάφραση: Ρεβέκκα Πέσσαχ, Αθήνα: Scripta, 2008. Μετάφραση του Mémoires dun Révolutionnaire. ISBN 960-7909-85-2.
  • Τι Πρέπει να Ξέρει Κάθε Επαναστάτης, Εκδόσεις Πιρόγα. Μετάφραση του Les Coulisses d'une Sûreté générale. Ce que tout révolutionnaire devrait savour sur la répression, Paris 1926.
  • Pendant la guerre civile : Pétrograd mai-juin 1919, Bibliothèque du Travail, 1921 - Publié dans Mémoires d’un révolutionnaire et autres écrits politiques (1908-1947), Paris Robert Laffont, coll. Bouquins, 2001.
  • Les Anarchistes et l’expérience de la révolution russe, Cahiers du Travail, 1921 - Publié dans Mémoires d’un révolutionnaire et autres écrits politiques (1908-1947), Paris Robert Laffont, coll. Bouquins, 2001.
  • La Ville en danger : l’an II de la Révolution, Librairie du Travail, 1924 - Publié dans Mémoires d’un révolutionnaire et autres écrits politiques (1908-1947), Paris Robert Laffont, coll. Bouquins, 2001.
  • Lénine 1917, Librairie du Travail, 1925 - Publié dans Mémoires d’un révolutionnaire et autres écrits politiques (1908-1947), Paris Robert Laffont, coll. Bouquins, 2001.
  • La Lutte des classes dans la révolution chinoise, dans Clarté, 1927 rééd. sous le titre La Révolution chinoise, Savelli, 1977.
  • Soviet 1929, Rieder, 1929 (publié sous le nom de Panaït Istrati comme le troisième volume de sa trilogie Vers l'autre flamme).
  • L’An I de la Révolution russe, Librairie du Travail, 1930 rééd. Delphes, 1965 et François Maspero, 1971 (en 3 volumes) ; réédition La Découvert (1 volume), Paris, 1997.
  • Littérature et révolution, Libraire Valois, 1932 rééd. François Maspero, 1976 et 1978.
  • Seize fusillés : où va la révolution, Cahiers Spartacus, 1936 et 1972.
  • Destin d’une révolution : URSS 1917-1937, Grasset, 1937 - Publié dans Mémoires d’un révolutionnaire et autres écrits politiques (1908-1947), Paris Robert Laffont, coll. Bouquins, 2001.
  • Portrait de Staline, Grasset, 1940.
  • Le Nouvel Impérialisme russe, Cahiers Spartacus, 1947 et 1972.
  • Le Tournant obscur (extraits des Mémoires), Les Îles d'or, 1951.
  • Carnets, Julliard, 1952 rééd. Arles, Actes Sud, 1985.
  • Victor Serge et Léon Trotsky : La lutte contre le stalinisme (textes de 1936-1939), François Maspero, 1977.
  • Note d'Allemagne (1923), Montreuil, La Brèche, 1990.
  • Mémoires d’un révolutionnaire et autres écrits politiques (1908-1947), Robert Laffont, coll. Bouquins, 2001.
  • Retour à l’Ouest - Chroniques (juin 1936 - mai 1940), Agone, 2010.
  • Mémoires d'un révolutionnaire 1905-1945, Lux, 2010.
  • L'extermination des Juifs de Varsovie et autres textes sur l'antisémitisme (édition préfacée et annotée par Jean Rière), Nantes, Joseph K., Collection « métamorphoses » n°3, 2011.

Δοκίμια και Άρθρα στα Αγγλικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • The Century of the Unexpected – Essays on Revolution and Counter-Revolution (1994) Editor: Al Richardson; special issue of Revolutionary History, Vol.5 No.3.
  • The Serge-Trotsky Papers (1994) Editor: D.J. Cotterill; London: Pluto.
  • Revolution in Danger – Writings from Russia 1919-20 (1997) Translator: Ian Birchall; London: Redwords.
  • The Ideas of Victor Serge: A Life as a Work of Art (1997), Edited by Susan Weissman, London: Merlin Press.
  • Witness to the German Revolution (2000) Translator: Ian Birchall; London: Redwords.
  • Collected Writings on Literature and Revolution (2004) Translator and editor: Al Richardson; London: Francis Boutle.
  1. 1,0 1,1 Agence bibliographique de l'enseignement supérieur: «Système universitaire de documentation» (Γαλλικά) Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Μονπελιέ. Ανακτήθηκε στις 22  Σεπτεμβρίου 2014.
  2. 2,0 2,1 (Γαλλικά) Encyclopædia Universalis. Encyclopædia Britannica Inc.. 1968. Ανακτήθηκε στις 22  Σεπτεμβρίου 2014.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 11924462w. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  5. (Αγγλικά) SNAC. w6j67tf8. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31  Δεκεμβρίου 2014.
  7. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js20020925127. Ανακτήθηκε στις 30  Αυγούστου 2020.
  8. 8,0 8,1 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js20020925127. Ανακτήθηκε στις 1  Μαρτίου 2022.
  9. Ανακτήθηκε στις 23  Μαΐου 2019.
  10. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js20020925127. Ανακτήθηκε στις 15  Δεκεμβρίου 2022.
  11. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js20020925127. Ανακτήθηκε στις 24  Ιανουαρίου 2024.
  12. mediateca.inah.gob.mx/repositorio/node/4726. Ανακτήθηκε στις 14  Αυγούστου 2022.
  13. 13,0 13,1 VictorSergeNet, Biography: 1890-1917
  14. Men in Prison, σελ. 12.
  15. Men in Prison, σελ. 13.
  16. From Lenin to Stalin, σελ. 5.
  17. Victor, Serge (2002). Memoirs of a Revolutionary, University Of Iowa Press. ISBN 978-0877458272.
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 Greeman, Richard. «Memoirs of a revolutionary». International Socialism, Spring 2002. . Ανακτήθηκε στις 03/07/2012.
  19. Weissman, Susan (16 Αυγούστου 2001). Victor Serge: The Course is Set on Hope. Verso Books. ISBN 978-1859849873. Check |isbn= value: invalid character (βοήθεια). 
  20. Greeman, Richard (1982). «Victor Serge: The Writer as Witness». Στο: Serge, Victor. Midnight in the Century. Writers and Readers Ltd. ISBN 0-904613--95-X. Check |isbn= value: invalid character (βοήθεια). 
  21. Serge, Victor. Weissman, S., επιμ. Russia Twenty Years After . ISBN 978-0391038554. Check |isbn= value: invalid character (βοήθεια). 
  22. Greeman, Richard (1999.). «Did Trotsky Read Serge?». Revolutionary History 7(2). 
  23. Greeman, Richard (23 Οκτωβρίου 1998). «Victor Serge and the Novel of Revolution». Στο: Weissman, S. The Ideas of Victor Serge: A Life as a Work of Art. Merlin Press. ISBN 978-0850364835. Check |isbn= value: invalid character (βοήθεια). 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]